Τελική αποτίμηση σχολικής μονάδας

Α. ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ

Οι δράσεις που πραγματοποιήσαμε και αυτή τη χρονιά καταδεικνύουν, εμφατικά, ότι όλες οι πλευρές της εκπαιδευτικής και παιδαγωγικής λειτουργίας συνδέονται άμεσα με τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες που ισχύουν για το μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, συνδέονται με τον τρόπο και τους όρους που η Πολιτεία και το ΥΠΑΙΘ αντιμετωπίζουν αυτές τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες, στην εκπαιδευτική διαδικασία. Δηλαδή πώς απαντώνται τα ζητήματα:

Η ενίσχυση και η εκτίμηση του ρόλου των εκπαιδευτικών, η εξασφάλιση επαρκών (υλικών, κτηριακών, ηλεκτρονικών) υποδομών, η επαρκής δημόσια χρηματοδότηση της εκπαίδευσης, η λειτουργία αντισταθμιστικών δομών, η σταθερή εργασία οργανικής σχέσης, η ενσωμάτωση της κριτικής των εκπαιδευτικών στα αναλυτικά προγράμματα  σε σχέση με τον όγκο, το περιεχόμενο και τη δυσκολία της «ύλης», η ενίσχυση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, η ενίσχυση των βιβλιοθηκών και της τέχνης.

            Όλα τα παραπάνω παραμένουν άλυτα ζητήματα, από την Πολιτεία και το ΥΠΑΙΘ. Ως εκ τούτου είμαστε υποχρεωμένοι/ες να εστιάσουμε σε αυτά τα ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν και παραμένει επιτακτική η ανάγκη να στρέψουμε τη συζήτηση στα γενικά χαρακτηριστικά και όχι στις ιδιαιτερότητες των σχολείων.

Συνεχίζουμε να υλοποιούμε εκπαιδευτικές και παιδαγωγικές δράσεις με τους μαθητές/τριες μας, και τις προσαρμόζουμε στα ενδιαφέροντα και στις ιδιαιτερότητες των μαθητών μας, χωρίς να προκρίνουμε τον ανταγωνισμό των σχολείων. Με τον τρόπο αυτό θα αποφευχθούν όλα τα προβλήματα που επιφέρει η δημόσια έκθεση αυτών των ιδιαιτεροτήτων όπως η ωραιοποίηση, ο ανταγωνισμός και κυρίως, η προσαρμογή της εργασίας μας στις ανάγκες της δημόσιας εικόνας (φαίνεσθαι ή image) και όχι στις ανάγκες των μαθητών/τριών  μας.

Άλλο τόσο ζωντανή παραμένει η ανάγκη να αποφύγουμε τους κινδύνους υπεραπλούστευσης και συσκότισης που επιφέρει η ποσοτική έκφραση των ποιοτικών στοιχείων της σχολικής ζωής. Οι κίνδυνοι αυτοί έγιναν ακόμη μεγαλύτεροι μετά την επιμονή του Υπουργείου να πραγματοποιήσει τις εθνικές εξετάσεις στην Στ’ Δημοτικού.  Τέλος, κρίνουμε ως απόλυτη ανάγκη να αποφύγουμε τους κινδύνους ωραιοποίησης και παραμερισμού της κριτικής σκέψης που θα επέφεραν η σύγκριση, ο ανταγωνισμός και η κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων.

Το σχολείο μας, όπως κάθε σχολείο, λειτουργεί σε μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από πολύπλοκα κοινωνικά, πολιτιστικά και οικονομικά χαρακτηριστικά, έχοντας ιδιαιτερότητες, που το διαφοροποιούν ενδεχομένως και από ένα σχολείο που βρίσκεται γεωγραφικά πολύ κοντά του. Αυτό αφορά τόσο τους/τις εκπαιδευτικούς όσο και τις οικογένειες μαθητών και μαθητριών καθώς αποτελούν ένα πολυσύνθετο μωσαϊκό που απαρτίζεται από πληθυσμούς πολυποίκιλων κοινωνικών, οικονομικών, πολιτιστικών και μορφωτικών χαρακτηριστικών, καθώς και από ένα σημαντικό ποσοστό ευπαθών και ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων. Σε κάποια σημεία οι ιδιαιτερότητες αυτές είναι πιο έντονες. Κρίνουμε ωστόσο πως τόσο η επίσημη συζήτηση για αυτές τις ιδιαιτερότητες, όσο και οι αποφάσεις για την αξιοποίηση ή την αντιμετώπισή τους είναι προτιμότερο να παραμένουν στο εσωτερικό της σχολικής κοινότητας. Γι’ αυτό επιλέγουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας αποκλειστικά στα γενικά χαρακτηριστικά των σχολείων. Η συζήτηση επί των ιδιαιτεροτήτων ελλοχεύει τον κίνδυνο να τεθούν στο προσκήνιο ζητήματα δευτερεύοντα ή τριτεύοντα και μάλιστα παρουσιάζοντάς τα ως πανάκεια ή ζητήματα που επιβάλλονται ως κυρίαρχη άποψη.

Κρίνεται επιπρόσθετα ότι η αριθμητική (ποσοτική) αποτύπωση των ιδιαιτεροτήτων κάθε σχολικής μονάδας, αδικεί τον τεράστιο πλούτο που παράγει η πραγματικότητα της εκπαιδευτικής ζωής. Συνακόλουθα παράγεται μία μετέωρη ιεράρχηση και κατηγοριοποίηση η οποία αποσπά την αναγκαία δημόσια συζήτηση από τον κεντρικό παιδαγωγικό στόχο, τη μορφωτική στήριξη και προαγωγή του μαθητικού πληθυσμού συνολικά, αλλά και την εξέλιξη της κριτικής σκέψης και της κοινωνικοποίησης του/της κάθε μαθητή/τριας.

            Διευκρινίζουμε, λοιπόν, ότι η, ενδεχόμενη, αξιοποίηση της όποιας ποσοτικοποίησης στην οποία οφείλουμε να προχωρήσουμε εξαιτίας της υποχρεωτικής ποσοτικής αποτύπωσης στην εφαρμογή αυτή, στερείται επιστημονικής εγκυρότητας, και ως εκ τούτου δεν συναινεί σε αυτήν η επιστημονική, παιδαγωγική και επαγγελματική μας κρίση.

Β. ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Παιδαγωγική και μαθησιακή λειτουργία

Β.1.1 Διδασκαλία, μάθηση και αξιολόγηση (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 10 Μαΐου 2023 (https://www.youtube.com/watch?v=E5ywh67SfXM&t=2721s), τα πρακτικά της οποίας υπάρχουν και σε ηλεκτρονική έκδοση http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/05/10.5.2023.pdf,   παρουσιάστηκαν τα επεξεργασμένα ευρήματα της ευρείας καταγραφής απόψεων και κριτικής των εκπαιδευτικών, βάσει ερωτηματολογίου που  διαμορφώθηκε.    https://docs.google.com/forms/d/e/1FAIpQLSf0OZoH1twaZE60gNkD7PZUSZx3aSgaj5VO04uRtlNqdr9RjQ/viewform?usp=sf_link 

Στην έρευνα αυτή καταγράφηκαν περισσότερες από 1000 απαντήσεις/κριτικές εκπαιδευτικών, συνολικά.

Η επεξεργασία των δεδομένων που προέκυψαν έγινε από επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Πατρών. Για την επεξεργασία του υλικού, και καθώς η συμβολή των συναδέλφων γινόταν με την κατάθεση ελεύθερου κειμένου,  η επιστημονική ομάδα μελέτησε αρχικά τις απαντήσεις και στη συνέχεια συγκρότησε τις μεταβλητές γύρω από τις οποίες «έχτισε» την ποσοτική της ανάλυση. Οι μεταβλητές που προέκυψαν ήταν 16, αλλά οι πέντε που εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα αφορούν :  α) στη συνολική ποσότητα της ύλης εντός του σχολικού έτους, β) τη δομή των κεφαλαίων, γ) το επίπεδο της δυσκολίας της ύλης, δ) το συνολικό πλαίσιο και τις διδακτικές επιλογές, ε) τη γλώσσα του βιβλίου.

Τα βιβλία που δέχτηκαν τις περισσότερες κριτικές ήταν κατά σειρά: τα Μαθηματικά της Β’ τάξης, η Ιστορία της Στ΄, τα Μαθηματικά της Ε΄ και τα βιβλία της Γλώσσας όλων των τάξεων. Αν υιοθετήσουμε (όπως κάνει και η επιστημονική ομάδα που επεξεργάστηκε το υλικό) την εύλογη υπόθεση ότι τα προβλήματα των εγχειριδίων και η αρνητική κριτική αποτελούν το βασικό κίνητρο για την επιλογή τους από την πλευρά των εκπαιδευτικών που συμμετείχαν στην καταγραφή, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι αυτά είναι τα βιβλία που δημιουργούν τις περισσότερες δυσκολίες στους εκπαιδευτικούς της πράξης.

Η βασική κριτική που απευθύνουν οι εκπαιδευτικοί στα βιβλία των μαθηματικών της Β’ και Ε’ τάξης είναι ότι ο μεγάλος συνολικός όγκος της ύλης του αναλυτικού προγράμματος, στο σύνολο του σχολικού έτους (κατά μάθημα και τάξη) λειτουργεί εις βάρος της ποιότητας της διδασκαλίας και της κατανόησης από πλευράς μαθητών/τριών. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται, επίσης και η συχνή κριτική που τους ασκείται για το «επίπεδο δυσκολίας της ύλης». Ο συνδυασμός των δύο αυτών κριτικών φανερώνει ότι στα σχολεία μας δάσκαλοι και μαθητές, στα συγκεκριμένα μαθήματα, τρέχουν πίσω από μια άπιαστη ύλη .

Στο βιβλίο της ιστορίας της Στ΄ τάξης το πρώτο πρόβλημα που αναδεικνύεται είναι η δομή των κεφαλαίων, τόσο ως προς τη σειρά όσο και ως προς το ειδικό βάρος του καθενός. Ένα ακόμη πρόβλημα που αναδεικνύεται εδώ είναι το γεγονός ότι εξαιτίας της μεγάλης έκτασης που δίνεται στους προηγούμενους αιώνες, ο 20ος αιώνας δεν διδάσκεται ή διδάσκεται ελάχιστα. Επίσης ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη δυσκολία της ύλης.

Τα βιβλία της Γλώσσας δέχονται κατά κύριο λόγο μια διαφορετική κριτική που αφορά περισσότερο στην επιλογή των κειμένων που τα εγχειρίδια φιλοξενούν και στη διπλή ανεπάρκεια τους να κερδίσουν το ενδιαφέρον των μαθητών και να τους ανοίξουν νέους τρόπους προσέγγισης της ζωής στο σύνολο της. Η κριτική αυτή  εκφράζεται και ως απουσία συγκεκριμένων ειδών λόγου (π.χ. παραμύθια, λογοτεχνία κλπ), αλλά και ως ακαταλληλότητα των επιλεχθέντων κειμένων.

Σε ό,τι αφορά στα επιτεύγματα και στην πρόοδο των μαθητών/τριών, πάγιο εύρημα των σχετικών ερευνών είναι η διαπίστωση ότι καθοριστικότερο παράγοντα για τη σχολική επιτυχία των μαθητών αποτελεί η κοινωνική τους θέση. Με δεδομένη την έκταση της φτώχειας, την πρόσφατη επιδείνωσή της μέσα από τον πληθωρισμό και την ακρίβεια, γίνεται φανερό ότι η πρόοδος των μαθητών αποτελεί μια όλο και πιο δύσκολη προσπάθεια για τα σχολεία. Με αυτή την έννοια μεγαλύτερη αξία έχει η συνεχής καθημερινή ανατροφοδότηση, παρά οποιεσδήποτε πρακτικές διαρκούς ποσοτικής αξιολόγησης / ιεραρχικής κατάταξής τους, όπως επισημαίνουν πολλές επιστημονικές έρευνες.

Δεκαεπτά χρόνια μετά την εισαγωγή των εγχειριδίων που σήμερα χρησιμοποιούνται στα σχολεία και βάσει της συνολικής ερευνητικής μας καταγραφής, είναι νομίζουμε αυτονόητο ότι θα πρέπει να αναζητηθεί και να αξιοποιηθεί από τους υπεύθυνους της συγγραφής των νέων διδακτικών εγχειριδίων, η βιωμένη εμπειρία και η κριτική των εκπαιδευτικών  της πράξης.

Ο προβληματισμός μας εντείνεται, καθώς τα νέα Π.Σ. δεν θεμελιώνονται σε καμία επιστημονική  αξιολόγηση των προηγούμενων προγραμμάτων σπουδών (ΔΕΠΠΣ ΑΠΠΣ). Δεν επικεντρώνονται στην ποιότητα της εκπαίδευσης, αλλά στη θεωρία της «κοινωνικής αποτελεσματικότητας», η οποία δίνει ελάχιστη προσοχή στη θεμελίωση της γνώσης, δίνοντας έμφαση σε μια διδακτική προσέγγιση που έχει σχεδιαστεί ερήμην των εκπαιδευτικών και ερήμην των αναγκών των μαθητών/τριών τους.

Τέλος, προβληματική είναι η απουσία επαρκούς εργαστηριακού εξοπλισμού, οπτικοακουστικών μέσων, χώρων εργαστηρίων, δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων, καθώς και εξοπλισμού υποδομών πληροφορικής, δικτύων επικοινωνίας και ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Β.1.2 Σχολική διαρροή – φοίτηση (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 26 Μαρτίου 2023 https://www.youtube.com/watch?v=dvO5ooXzqA0 διατυπώθηκαν οι παρακάτω επισημάνσεις:

Οι παράγοντες που προκαλούν διαρροή αποτελούν ένα πολυπαραγοντικό και σύνθετο φαινόμενο, το οποίο πρέπει να εξεταστεί ευρύτερα σε ένα πλαίσιο πολλών παραγόντων οι οποίοι αλληλεπιδρούν.

Η αναζήτηση ευθυνών στο σχολείο ή στον εκπαιδευτικό για τη «σχολική αποτυχία» αγνοεί τους εξωσχολικούς κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη σχολική επίδοση.

Όταν αναφερόμαστε στο ζήτημα της «σχολικής αποτυχίας» οφείλουμε να το συνδέσουμε με:

τη δυσκολία ή την αδυναμία επίτευξης των τιθέμενων μαθησιακών στόχων, τις χαμηλές σχολικές επιδόσεις και την αποτυχία σε εξεταστικές διαδικασίες, καθώς και τις κοινωνικές παραμέτρους που τις δημιουργούν, τη δυσκολία ή την αδυναμία ένταξης σε ένα περιβάλλον, στο οποίο η εκπλήρωση προσδοκιών διέπεται από ένα κυρίαρχο πλαίσιο με τυπικές και άτυπες απαιτήσεις.

Η σχολική διαρροή αποτελεί την απόληξη μιας σταδιακής πορείας ματαίωσης, απογοήτευσης, αποτυχίας, πολλές φορές λειτουργεί ως μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Θεωρούμε ότι το θέμα της σχολικής διαρροής είναι η κορυφή του παγόβουνου της «σχολικής αποτυχίας». Δεν πρέπει να δούμε το φαινόμενο αυτό ως ατομικό πρόβλημα. Η «σχολική αποτυχία» δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μονομερώς το υποκείμενο το οποίο διαρρέει απ’ την εκπαίδευση. Πολλές φορές τα συστήματα αποκρύπτουν τις ευθύνες τους, ενοχοποιούν το μεμονωμένο υποκείμενο και απέναντι στα συλλογικά δομικά κοινωνικά προβλήματα υποδεικνύουν μόνο τις ατομικές στρατηγικές, αναδεικνύοντας πρωτίστως τις ατομικές ευθύνες. Η απουσία ενός παιδιού από τις σχολικές αίθουσες εμφανίζεται ως ένα επακόλουθο μιας προσωπικής ήττας σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αυτή η αντίληψη δεν μπορεί να είναι σε καμία περίπτωση μεθοδολογικά, επιστημονικά, παιδαγωγικά και κοινωνικά αποδεκτή.

Η σχολική διαρροή επιβεβαιώνει, νομιμοποιεί, επισφραγίζει την αποτυχία του ίδιου του σχολικού θεσμού.

Για την αντιμετώπιση της σχολικής διαρροής/αποτυχίας χρειαζόμαστε την ανάπτυξη μιας ρηξικέλευθης εκπαιδευτικής και κοινωνικής πολιτικής, ένα νέο πρόγραμμα ενίσχυσης του ρόλου των εκπαιδευτικών μέσα από ένα παιδαγωγικό όραμα – πρόταγμα με αξιακά, κοινωνικά και ιδεολογικά συμφραζόμενα.

Η μαθησιακή φτώχεια είναι μία έννοια που δηλώνει ότι κάποιοι άνθρωποι δεν πήραν όλα εκείνα τα αγαθά τα οποία χρειάζονται για να θεωρούνται μορφωμένοι και να μπορούν να φτιάξουν τη ζωή τους.

Εξαιτίας του κλεισίματος των σχολείων για μεγάλο χρονικό διάστημα έχουν δημιουργηθεί αρκετά μαθησιακά κενά, ειδικά στις μικρότερες τάξεις. Για τα κενά αυτά δεν υπάρχει καμία μέριμνα του κράτους να καλυφθούν. Αυτό, αν δεν αντιμετωπιστεί, αναμένεται να αυξήσει τη «σχολική αποτυχία» το επόμενο διάστημα.

Θεωρούμε αναγκαίο να μελετηθεί τόσο η ίδια η ποσότητα ύλης (τι συνιστά αναγκαία γνώση, τι συνιστά γραμματισμό στις διάφορες επιστημονικές περιοχές και τι συνιστά διαδικασία επιλογής για την επόμενη βαθμίδα εκπαίδευσης). Πρέπει να μελετηθεί η σχέση του μαθητή με τη γνώση πως οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που ζει ο μαθητής μετατρέπονται σε προδιαθέσεις προς το σχολείο και τη γνώση.

Από τα ερευνητικά ερωτηματολόγια της ΔΟΕ 2022 -2023 https://forms.gle/HC4ufAtC1YDHMAbr5,

https://forms.gle/qcEQoYJwYDTHefAT7  προκύπτουν τα εξής:

 Στο 78% των σχολείων δεν υπάρχουν Τάξεις Υποδοχής.

Στο 32% των σχολείων δεν υπάρχουν τμήματα Ενισχυτικής Διδασκαλίας. Το 45% αυτών λειτούργησαν μετά τον Νοέμβριο. Αλλά και σε αυτά που λειτουργούν τμήματα ΕΔ, το 78 % των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι δεν επαρκούν για τις ανάγκες των μαθητών. Τα μισά από τα υπάρχοντα

Στο 59% των σχολείων δεν υπάρχουν Τμήματα Ένταξης. Αλλά και σε αυτά που λειτουργούν Τμήματα Ένταξης, το 50% των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι χρειάζονται επιπλέον οργανικές θέσεις για να καλυφθούν οι ανάγκες των μαθητών. Επιπλέον, στα υπάρχοντα ΤΕ το 14% των οργανικών θέσεων δεν έχει καλυφθεί κατά το τρέχον σχολικό έτος.

Απαιτείται λοιπόν, η δημιουργία και στελέχωση οργανικών θέσεων για τα τμήματα αυτά. Έτσι, οι εκπαιδευτικοί που θα στελεχώσουν τις σχετικές θέσεις θα αποτελέσουν ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τα παιδιά αυτά, θα εμβαθύνουν στα σχετικά προβλήματα και θα συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη κατάλληλων παιδαγωγικών στρατηγικών αντιμετώπισής τους. Ακόμη, στο επίπεδο των κοινωνικών πολιτικών θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια ώστε οι μαθητές των ευπαθών ομάδων να υποστηρίζονται συστηματικά με εστίαση στις ανάγκες τους και όχι ευκαιριακά μέσω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης.

Στο 55% των σχολείων υπήρχαν κενά κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς (τουλάχιστον δύο κενά ανά σχολείο). Στο 64% των σχολείων προέκυψαν έκτακτα κενά (μεγαλύτερα των δύο εβδομάδων), κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Το 45% των κενών αυτών καλύφθηκαν είτε αργοπορημένα είτε ποτέ. Το γεγονός αυτό μεγέθυνε το φαινόμενο της απλήρωτης διδακτικής εργασίας.

Β.1.3 Σχέσεις   μεταξύ   μαθητών / μαθητριών (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 19.03.2023 https://www.youtube.com/watch?v=wkLq4N71ogI και η οποία εκδόθηκε σε ηλεκτρονική έκδοση (https://shorturl.at/yzLPU) παρουσιάστηκαν σημαντικές απόψεις και μεταφέρθηκε η διεθνής εμπειρία από συλλογικά, δημοκρατικά και συνεργατικά μοντέλα εκπαίδευσης. Αναδείχτηκαν σημαντικές πτυχές συγκεκριμένων εκπαιδευτικών πολιτικών που επηρεάζουν και καθορίζουν τις συνθήκες μάθησης στο σχολείο και κατά συνέπεια τις σχέσεις που διαμορφώνονται στο σχολείο, τόσο μεταξύ μαθητών – μαθητριών, όσο και μεταξύ μαθητών – εκπαιδευτικών. Αναδείχθηκαν:

Οι παθογένειες του κυρίαρχου εκπαιδευτικού μοντέλου που για περισσότερα από είκοσι χρόνια προωθεί τον ανταγωνισμό μεταξύ των σχολείων, τα τυποποιημένα αναλυτικά προγράμματα, τις εξετάσεις, την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και την λεγόμενη ελεύθερη επιλογή σχολείου.

Το παράδειγμα ενός εναλλακτικού εκπαιδευτικού μοντέλου που δίνει έμφαση στη συνεργασία και όχι τον ανταγωνισμό́ μεταξύ́ εκπαιδευτικών και σχολείων, στην παιδαγωγική ελευθερία και στην εμπιστοσύνη προς τους εκπαιδευτικούς και τα σχολεία.

Η ευθεία συσχέτιση των αποκλίσεων στις επιδόσεις μαθητών/τριών με την κοινωνική τους προέλευση, τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες και τις συνακόλουθες εκπαιδευτικές ανισότητες.

Η απουσία αντισταθμιστικών και εξισωτικών πολιτικών υπέρ των  μαθητών/τριών που προέρχονται από τα κοινωνικά στρώματα που μειονεκτούν.

Η αποτυχία των εκπαιδευτικών πολιτικών και «μεταρρυθμίσεων», που εφαρμόστηκαν τα τελευταία 23 έτη, να βελτιώσουν τις συνθήκες και τα αποτελέσματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Η αναγκαιότητα ανακατεύθυνσης των οικονομικών πόρων προς τον ανθρώπινο παράγοντα και την καθημερινή σχολική πράξη, αντί για τη σημερινή έμφαση στον τεχνολογικό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης και την ενίσχυση της εκπαιδευτικής γραφειοκρατίας,.

Η ραγδαία υποβάθμιση της  επαγγελματικής ευημερίας των εκπαιδευτικών  (της θετικής επαγγελματικής τους ταυτότητας) που συσχετίζεται άμεσα με την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης και την απουσία συνεργατικής σχολικής κουλτούρας, εκ μέρους της Πολιτείας.

Διεθνείς έρευνες υπογραμμίζουν ότι:

Η εντατικοποίηση της εργασίας των εκπαιδευτικών υποβαθμίζει το επιπέδου συνεργασίας εντός του σχολείου (Stone-Johnson, 2016).

Οι πρακτικές αξιολόγησης των σχολείων δημιουργούν ένα περιβάλλον ατομικισμού και ανταγωνισμού, το οποίο υπονομεύει τις παιδαγωγικές σχέσεις. Ενώ οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν να συνεργαστούν με τους μαθητές, για να αναπτυχθούν, γνωσιακά, συναισθηματικά και κοινωνικά, κάτι που απαιτεί την αντιμετώπισή τους ως πολύπλευρων προσωπικοτήτων, το κυρίαρχο συστημικό πλαίσιο τους υποχρεώνει να δίνουν προτεραιότητα σε ένα στενό φάσμα μετρήσιμων αποτελεσμάτων και βαθμολογιών των μαθητών (Acton & Glasgow, 2015).

            Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 14.05.2023 https://youtube.com/live/FjiPIQnsQF8?feature=share  και η οποία υπάρχει σε ηλεκτρονική έκδοση (http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/05/14.5.2023.pdf) αναδείχτηκε ότι η ανάπτυξη, η καλλιέργεια και η ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των μαθητών/τριων διαμορφώνουν υποστηρικτικό μαθησιακό περιβάλλον, δημιουργούν εσωτερικά κίνητρα, συνδέονται µε υψηλά μαθησιακά και γνωστικά οφέλη και ασκούν ισχυρές και διαρκείς επιδράσεις στη ζωή των μαθητών/τριων. Τόσο οι διαπροσωπικές σχέσεις όσο και η μάθηση, ενισχύονται ουσιαστικά μέσα από την οµαδοκεντρική διδασκαλία όταν αυτή υλοποιείται σε µία συνεργατική δημοκρατική δομή τάξης, ενός συνεργατικού δημοκρατικού σχολείου.

Από τις έρευνες της ΔΟΕ :

https://docs.google.com/forms/d/e/1FAIpQLScatJV3QmNKK-kE3MzvUZ1geJDMLTt7_4od9IDbzAREQmNwXA/viewform?usp=sf_link
https://docs.google.com/forms/d/e/1FAIpQLSfHC7XQZV01sHwxNPYzqMyAoN3Uydg7HEo8VGJqbMmgO0Ddxg/viewform?usp=sf_link

προκύπτουν τα εξής:

Το 72,4% των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι ο όγκος της ύλης δυσχεραίνει την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των μαθητών, αλλά και το σύνολο των σχέσεων εντός της τάξης. Επίσης η ανάπτυξη των σχέσεων δυσχεραίνεται από την έλλειψη χρόνου που δημιουργείται λόγω των υπερβολικών απαιτήσεων των βιβλίων, όπως επισημαίνει το 85% των εκπαιδευτικών. Το 81% των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι η ανάπτυξη των σχέσεων στη σχολική τάξη δυσχεραίνεται από το πλήθος των εξωδιδακτικών καθηκόντων των εκπαιδευτικών, ενώ το 52% των εκπαιδευτικών επισημαίνει ότι το πλήθος των μαθητών της σχολικής τάξης δεν διαμορφώνει όρους ανάπτυξης των σχέσεων των μαθητών, σε συνδυασμό με την έκταση της διδακτέας ύλης. Επίσης το 94% των εκπαιδευτικών επισημαίνει την ανάγκη υποστηρικτικών θεσμών και την ύπαρξη συμβουλευτικής υποστήριξης σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα.

Το 85% θεωρεί ότι τα αναλυτικά προγράμματα δεν προσφέρουν ευκαιρίες ενδυνάμωσης σχέσεων.

Επιβεβαιώνεται η άποψη ότι το φορτωμένο αναλυτικό πρόγραμμα σε συνδυασμό με την τάση του εκπαιδευτικού μηχανισμού να χρεώνει στους μαθητές/τριες (μέσω της αξιολόγησης) δικές του αποτυχίες και αδυναμίες δυσχεραίνουν την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ των μαθητών / μαθητριών.

Οι εκπαιδευτικοί βιώνουν μία γενικευμένη αίσθηση υποτίμησης της δουλειάς και του έργου τους από την πολιτεία.  Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη σεβασμού προς τους εκπαιδευτικούς εκδηλώνεται στον μισθό μας, στην κατάργηση της επιμόρφωσης με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα, στην εκφοβιστική νομοθεσία για την αξιολόγηση, αλλά και στον περιορισμό της επαγγελματικής και επιστημονικής τους αυτονομίας.

Β.1.4 Σχέσεις μεταξύ μαθητών / μαθητριών και εκπαιδευτικών (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 14.05.2023 https://youtube.com/live/FjiPIQnsQF8?feature=share  και η οποία εκδόθηκε σε ηλεκτρονική έκδοση (http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/05/14.5.2023.pdf) παρουσιάστηκαν σημαντικές απόψεις και ευρήματα έρευνας για τις σχέσεις που διαμορφώνονται στο σχολείο, τόσο μεταξύ μαθητών – μαθητριών, όσο και μεταξύ μαθητών – εκπαιδευτικών. Αναδείχθηκε η  σημασία της συνεργατικής διδασκαλίας για ένα δημοκρατικό σχολείο. Συγκεκριμένα:

Η ανάπτυξη, η καλλιέργεια και η ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των μαθητών/τριων και εκπαιδευτικών αποτελούν σημαντική διάσταση του παιδαγωγικού κλίματος της τάξης. Έρευνες έχουν καταδείξει, πως οι θετικές διαπροσωπικές σχέσεις, διαμορφώνουν υποστηρικτικό μαθησιακό περιβάλλον, δημιουργούν εσωτερικά κίνητρα, συνδέονται µε υψηλά μαθησιακά και γνωστικά οφέλη και ασκούν ισχυρές και διαρκείς επιδράσεις στη ζωή των μαθητών/τριων.

Τόσο οι διαπροσωπικές σχέσεις όσο και η μάθηση, ενισχύονται ουσιαστικά μέσα από την οµαδοκεντρική διδασκαλία όταν αυτή υλοποιείται σε µία συνεργατική δημοκρατική δομή τάξης, ενός συνεργατικού δημοκρατικού σχολείου.

Η εκπαίδευση πρέπει να είναι επικεντρωμένη:

1. Στη διαμόρφωση του ανθρώπου-πολίτη ώστε να γίνει κριτικός παρατηρητής του περιβάλλοντος και της κοινωνίας.

2. Σε ένα σχολείο που προωθεί τις αρχές της συνεργασίας και της δημοκρατίας, αλλά και οργανώνεται και λειτουργεί με βάση αυτές τις αρχές.

3. Στο ίδιο το παιδί (επιθυμίες του, ανάγκες, συναισθήματα, ιστορία του….) μέσω βιωματικής μάθησης και όχι μόνο στη νοησιαρχία.

4. Στην αποδοχή κανόνων και αξιών ως εργαλεία προστασίας της συλλογικότητας και όχι ως εργαλεία πειθαρχίας.

Τα παραπάνω επιδίδουν την πολιτική διάσταση της εκπαίδευσης (πολιτειότητα).

Το Συνεργατικό Δημοκρατικό Σχολείο, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα συνεργατικής μάθησης και διδασκαλίας που συμβάλει καθοριστικά στην ανάπτυξη θετικών διαπροσωπικών σχέσεων. Καθώς έχει ως στόχο, όχι μόνο την προώθηση και ισχυροποίηση των αρχών της συνεργασίας και της δημοκρατίας αλλά και την οργάνωση και λειτουργία του στη βάση αυτών αρχών, δημιουργεί ένα ισχυρό παιδαγωγικό βίωμα στους μαθητές/τριες εναλλακτικής, συνεργατικής δημοκρατικής εκπαίδευσης.

Μέσα από τη χρήση συνεργατικών παιδαγωγικών τεχνικών πχ. Συμβούλιο Τάξης, Σχολική Εφημερίδα, Επισκέψεις κλπ. και αναστοχαστικών δράσεων, αναδεικνύονται οι κανόνες ως εργαλεία προστασίας της συλλογικότητας, θεματοποιούνται οι αξίες της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, του σεβασμού και της ισότητας ως θεμελιώδεις αξίες της κοινωνίας, και γενικεύονται οι δημοκρατικές έννοιες, έτσι ώστε να χρησιμοποιηθούν και σε διαφορετικό πλαίσιο.

Όπως επισημαίνεται στην έρευνα της ΔΟΕ :

https://docs.google.com/forms/d/e/1FAIpQLSfHC7XQZV01sHwxNPYzqMyAoN3Uydg7HEo8VGJqbMmgO0Ddxg/viewform?usp=sf_link οι σχέσεις εκπαιδευτικών μαθητών δυσχεραίνονται:

1. Από την έλλειψη χρόνου που δημιουργείται λόγω των υπερβολικών απαιτήσεων των βιβλίων, όπως επισημαίνει το 85% των εκπαιδευτικών.

2. Από τον όγκο της ύλης (75%)

3. Από την καθημερινή πίεση των υπηρεσιακών υποχρεώσεων, πέραν της διδασκαλίας (83%).

4. Από το πλήθος των μαθητών (73%).

Επίσης το 94% των εκπαιδευτικών επισημαίνει την ανάγκη υποστηρικτικών θεσμών και την ύπαρξη συμβουλευτικής υποστήριξης σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα.

Το 85% θεωρεί ότι τα αναλυτικά προγράμματα δεν προσφέρουν ευκαιρίες ενδυνάμωσης σχέσεων.

Επιβεβαιώνεται η άποψη ότι το φορτωμένο αναλυτικό πρόγραμμα σε συνδυασμό με την τάση του εκπαιδευτικού μηχανισμού να χρεώνει στους μαθητές/τριες (μέσω της αξιολόγησης) δικές του αποτυχίες και αδυναμίες δυσχεραίνουν την καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ μαθητών / μαθητριών και εκπαιδευτικών.

Οι εκπαιδευτικοί βιώνουν μία γενικευμένη αίσθηση υποτίμησης της δουλειάς και του έργου τους από την πολιτεία.  Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη σεβασμού προς τους εκπαιδευτικούς εκδηλώνεται στον μισθό μας, στην κατάργηση της επιμόρφωσης με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα, στην εκφοβιστική νομοθεσία για την αξιολόγηση, αλλά και στον περιορισμό της επαγγελματικής και επιστημονικής τους αυτονομίας.

Όπως επισημαίνεται σε διεθνή μεταέρευνα (Acton & Glasgow, 2015) σε συνθήκες ανταγωνισμού, ατομικισμού, μανατζερισμού οι κοινωνικές σχέσεις υποτάσσονται σε μια τεχνικοποίηση, υπονομεύεται η συνεργατική φύση της εργασίας στο σχολείο, μειώνεται ο σεβασμός, δίνεται προτεραιότητα σε μετρήσιμα αποτελέσματα, υπονομεύεται η ποιότητα της διδασκαλίας, η ποιότητα των σχέσεων  και περιορίζεται η ανάπτυξη δημιουργικού παιδαγωγικού έργου.

Β.1.5 Σχέσεις σχολείου – οικογένειας  (Βαθμός: 4)

Η συνεργασία του σχολείου με τους γονείς διευκολύνεται από τη σταθερή παρουσία εκπαιδευτικών σε ένα σχολείο, έτσι ώστε η σχέση εκπαιδευτικών-γονέων να μην ξεκινάει κάθε χρόνο από το μηδέν. Οι ελαστικές σχέσεις εργασίας των εκπαιδευτικών και η χρόνια αδιοριστία, συνεπάγονται υπερβολική κινητικότητα από σχολική μονάδα σε σχολική μονάδα και επηρεάζουν αρνητικά (αλλού λιγότερο κι αλλού περισσότερο) τη θεμελίωση, διατήρηση και ανάπτυξη συνεργατικών σχέσεων με τους γονείς.

Από την άλλη πλευρά, όταν υπάρχει οικονομική και επαγγελματική ασφάλεια στην οικογένεια, δίνεται η δυνατότητα στους γονείς να ασχοληθούν σε βάθος και σταθερά με τη σχολική πορεία των παιδιών τους, γεγονός που διευκολύνει τη συνεργασία τους με το σχολείο, είτε ατομικά είτε μέσα από την ενίσχυση των συλλόγων γονέων και κηδεμόνων. Στη χώρα μας όμως  οι σχέσεις σχολείου οικογένειας δυσχεραίνονται καθοριστικά από την κοινωνική και  οικονομική περιθωριοποίηση μεγάλου αριθμού γονέων μέσα από τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, τη ρευστοποίηση – εντατικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, την απορρύθμιση των ωραρίων των εργαζομένων, την εκτεταμένη φτώχεια, την αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας, την ανεπάρκεια των μηχανισμών κοινωνικής πρόνοιας και την αφυδάτωση των δημοκρατικών μηχανισμών. Σύμφωνα με την έρευνα της ΔΟΕ, το 77,8% των εκπαιδευτικών δηλώνουν ότι οι οικογένειες των μαθητών/τριών τους βιώνουν κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Για τους γονείς αυτούς υπάρχουν πολύ πιο πιεστικές καθημερινές προτεραιότητες από τη συνεργασία με το σχολείο. Μάλιστα, το 68,8% των εκπαιδευτικών επισημαίνει ότι οι οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες των οικογενειών δημιουργούν όρους αρνητικών παρεμβάσεων στις σχέσεις σχολείου – οικογένειας. Ταυτόχρονα το 76% των εκπαιδευτικών δηλώνει τη σταθερή πεποίθηση ότι η ανάπτυξη των σχέσεων με τις οικογένειες των μαθητών/τριών, γίνεται μοχλός για την ανάπτυξη των σχέσεων μέσα στη σχολική τάξη.

Τέλος, οι γονείς μαθητών/τριών με χαμηλές επιδόσεις αποδέχονται συνήθως μοιρολατρικά την πραγματικότητα αυτή, αποφεύγοντας την αναμέτρηση μαζί της. Η δημιουργία και η δημόσια χρηματοδότηση μόνιμων αντισταθμιστικών δομών θα βελτίωνε σημαντικά τη δυνατότητα του σχολείου να συνεργαστεί μαζί τους.

 Θετικά σημεία

1. Ενιαίοι και καθολικοί μορφωτικοί και παιδαγωγικοί στόχοι για όλα τα παιδιά.

2. Δωρεάν διανομή διδακτικών βιβλίων για όλα τα παιδιά.

3. Διδακτικό υλικό που παράγεται από τους εκπαιδευτικούς της πράξης.

4. Καθημερινή από τους εκπαιδευτικούς ανατροφοδότηση των μαθητών και των γονέων για την πρόοδο και τις δυσκολίες των ίδιων των μαθητών.

5. Οι συνεχείς προσπάθειες των εκπαιδευτικών να υπάρχει γόνιμη επικοινωνία με τους γονείς, παρά τις καθημερινές δυσκολίες.

6. Οι καθημερινές προσπάθειες διαμόρφωσης αντισταθμιστικών και μορφωτικά επωφελών παιδαγωγικών πρακτικών. Είναι χαρακτηριστικό από την έρευνα της ΔΟΕ ότι παρά τις συνεχώς αυξανόμενες αντιξοότητες (ελλείψεις, κενά πανδημία, όγκος ύλης, αύξηση μαθητών ανά τμήμα) το εκπαιδευτικό σώμα υλοποιεί σε μεγάλο βαθμό συνεργατικές μορφές μάθησης και διδασκαλίας. Το γεγονός αυτό βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα απαξίωσης των εκπαιδευτικών και του έργου τους που προβάλλεται προς την κοινωνία.

7. Η ανάδειξη, μέσω των δράσεων των εκπαιδευτικών, των κοινωνικών παραμέτρων και διαστάσεων της εκπαίδευσης.

Σημεία προς βελτίωση

1. Ανάγκη περιορισμού της έκτασης της «ύλης», δηλαδή ανάγκη χρονικής άνεσης για την εμβάθυνση στα διδακτικά αντικείμενα.

2. Συστηματική και μακροχρόνια παρέμβαση για τον δραστικό περιορισμό μορφών που υπονομεύουν τον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης.

3. Σταθερή-μόνιμη και όχι ευκαιριακή στελέχωση όλων των θέσεων αντισταθμιστικών δομών, όπως της παράλληλης στήριξης, τμημάτων ΖΕΠ, τμημάτων ένταξης. Δημιουργία οργανικών θέσεων.

5. Εξέταση του περιεχομένου των διδακτικών πρακτικών ως προς τη μορφωτική τους ωφέλεια,  την αντισταθμιστική τους δυναμική, και τη δυνατότητά τους ως προς την άμβλυνση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων.

6. Περιορισμός του γεγονότος να μετακινούνται οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί σε διαφορετικές κάθε σχολικό έτος περιοχές της χώρας για να εργαστούν. Διορισμός- Μονιμοποίηση των αναπληρωτών.

7. Αντιμετώπιση της ανεργίας, της φτώχειας και της περιθωριοποίησης μεγάλων τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, ώστε όλοι οι γονείς να μπορέσουν να παρακολουθήσουν και να υποστηρίξουν την πρόοδο των παιδιών τους.

8. Εκσυγχρονισμός των υποδομών (υλικών, κτιριακών , πολιτισμικών, ηλεκτρονικών) όλων των σχολείων.

Διοικητική λειτουργία

Β.2.1. Ηγεσία – Οργάνωση και διοίκηση της σχολικής μονάδας. (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 26.05.2023 https://youtube.com/live/8PDIdqxMlZ8?feature=share  και τα πρακτικά της οποίας εκδόθηκαν ηλεκτρονικά http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/06/DOE-26_5.pdf, διατυπώθηκαν τα παρακάτω:

Ο σχολικός χώρος έχει ιδιαίτερη παιδαγωγική σημασία γιατί επηρεάζει καθοριστικά τη διαδικασία της διδασκαλίας και της μάθησης και συμβάλλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη των μαθητών/τριών (βιολογική, συναισθηματική, γνωστική).

Στην Ελλάδα η ανέγερση κτιρίων  γίνεται έχοντας τα ίδια χαρακτηριστικά για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, εξυπηρετώντας το ίδιο μοντέλο διδασκαλίας, από το 1895. Τα σύγχρονα πρότυπα για την ανέγερση σχολικών κτιρίων πρέπει να εξελίσσονται διαρκώς, με βάση τις ανάγκες των παιδιών, τις τεχνολογικές εξελίξεις και την καλυτέρευση της Δημόσιας Δωρεάν Εκπαίδευσης

Η ανάγκη ανέγερσης νέων σύγχρονων διδακτηρίων, ώστε να υπάρξει ποσοτική και ποιοτική επάρκεια σχολικών χώρων για το μαθητικό πληθυσμό που θα ικανοποιούν τη σύγχρονη παιδαγωγική προσέγγιση.

Ο εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων διδακτηρίων από παιδαγωγική και αρχιτεκτονική άποψη ώστε να δημιουργηθούν χώροι πλούσιοι σε ερεθίσματα που να ανταποκρίνονται στη μάθηση, την ηλικία και την ανάπτυξη του παιδιού, με τη μέθοδο του Παιδαγωγικού Σχεδιασμού.

Η ανάγκη διαμόρφωσης ενός προγράμματος σχολικής στέγης, άμεσης προτεραιότητας, με την επαναλειτουργία του ΟΣΚ ως αποκλειστικού δημόσιου φορέα, που θα έχει όλο το φάσμα των αρμοδιοτήτων (σχεδιασμό – υλοποίηση – ανέγερση – εξοπλισμό), χωρίς υποθήκευση δημόσιου χώρου σε ιδιώτες ή εταιρείες.

Η άμεση πολεοδομική και νομική προτεραιότητα σε ό,τι αφορά στη σχολική στέγη.

Σε αρκετές περιπτώσεις τα Δημοτικά Σχολεία στεγάζονται σε παλιά κτίρια, με αίθουσες διδασκαλίας που  υπηρετούν ίδιο μοντέλο χώρου, ως προς τη διάταξη των θρανίων, το φωτισμό, τον προσανατολισμό, τους διαδρόμους κυκλοφορίας, τον πίνακα και την έδρα. Χώρος «ιδρυματικός», με αρχιτεκτονική υστέρηση που δημιουργεί αντιστοίχως, συνθήκες υστέρησης και στον τρόπο διδασκαλίας και μάθησης. Χώρος  όπου απουσιάζουν είτε είναι παρωχημένα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας και της βαθμίδας εκπαίδευσης και που δεν προσφέρει δυνατότητες για  συνεργατική διδασκαλία και μάθηση.

Η πραγματικότητα αυτή επιτάσσει την ανάδειξη του προβλήματος των σχολικών χώρων και των κτηριακών υποδομών, την ανάδειξη ευθυνών και συνεπειών.

Η χρόνια ελλιπής κρατική χρηματοδότηση , η ανυπαρξία μακροχρόνιου σχεδιασμού σχολικής στέγης, οι εκπαιδευτικές πολιτικές και προτεραιότητες, η εγκατάλειψη, το κλείσιμο του Ο.Σ.Κ και η μη καταβολή, από την Πολιτεία, των αναγκαίων οικονομικών πόρων, έχουν οδηγήσει σε ελάχιστες κατασκευές νέων σχολικών κτηρίων  και σε ακόμα λιγότερες παρεμβάσεις για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των αιθουσών διδασκαλίας από αρχιτεκτονική και παιδαγωγική σκοπιά.

Οι σύγχρονες αίθουσες διδασκαλίες πρέπει να διακρίνονται από τον  παιδαγωγικά αρχιτεκτονικό σχεδιασμό του σχολικού χώρου που συσχετίζει τις γνωστικές, παιδαγωγικές, ψυχοκοινωνικές απαιτήσεις, με τα χαρακτηριστικά της παιδικής ηλικίας και προβλέπουν:

  • Τον τρόπο συνύπαρξης και συνεργασίας των μαθητών σε μικρές ή μεγάλες ομάδες
  • Τη δυνατότητα αισθητικής έκφρασης των παιδιών
  • Τη δυνατότητα παρέμβασης του παιδιού στο χώρο (χωρίς να ενοχλεί τον άλλον ή το μάθημα)
  • Την ευελιξία και μεταβλητότητα του χώρου, ανάλογα με τις ανάγκες των διαφόρων μαθημάτων
  • Την επικοινωνία κατά πρόσωπο
  • Τη  δυνατότητα του παιδιού να διαμορφώνει τόπους
  • Την ελεύθερη σχέση του σώματος με το χώρο

Χρειάζονται μόνιμες και κατάλληλες κτηριακές υποδομές που θα εξυπηρετούν  τις ανάγκες των παιδιών :

1. Ασφάλεια και προσβασιμότητα: Τα παιδιά πρέπει να αισθάνονται ασφαλή στο σχολικό περιβάλλον, με κατάλληλα  μέτρα ασφαλείας και επίβλεψη αλλά και προσβασιμότητα (για τα παιδιά με κινητικές αναπηρίες

2. Υγιεινή και ευεξία: Οι εγκαταστάσεις πρέπει να παρέχουν καθαρό νερό, υγιεινά τουαλέτες και κατάλληλους χώρους για την υγεία και την ευεξία των παιδιών.

3. Κοινωνικές ανάγκες: Τα σχολικά κτήρια πρέπει να διαθέτουν χώρους συνάντησης, όπως αίθουσες πολλαπλών χρήσεων και παιδικές χαρές, που προάγουν την κοινωνική αλληλεπίδραση και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων κοινωνικής συνεργασίας.

4. Μάθηση και δημιουργικότητα: Τα σχολικά κτήρια πρέπει να διαθέτουν ευέλικτους και εμπνευσμένους χώρους μάθησης, που προάγουν τη δημιουργικότητα και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων των παιδιών.

Β.2.2 Σχολείο και κοινότητα (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 19.02.2023 https://youtube.com/live/1fC-ymxW-zs και η οποία εκδόθηκε ηλεκτρονικά http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/05/%CE%A0%CF%81%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CF%84%CF%85%CE%B1%CE%BA%CE%AE%CF%82-%CE%B5%CE%BA%CE%B4%CE%AE%CE%BB%CF%89%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CE%BE%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CF%8C%CE%B3%CE%B7%CF%83%CE%B7-19_2_2023.pdf,

αναδείχθηκαν  οι πρακτικές διαχείρισης της χρηματοδότησης για τα λειτουργικά έξοδα και τα έργα συντήρησης των σχολικών υποδομών από τους Δήμους, καθώς και ο ρόλος των Σχολικών Επιτροπών. Επίσης αναδείχθηκαν τα προβλήματα που σχετίζονται με τις αιτίες και τις συνέπειες της υποχρηματοδότησης των σχολείων καθώς και πλευρές της έμμεσης και άμεσης ιδιωτικοποίησης του δημόσιου σχολείου.

Όλοι οι φορείς (γονείς, δήμοι, εκπαιδευτικοί) τονίζουν την ανάγκη γενναίας αύξησης της δημόσιας χρηματοδότησης των σχολικών μονάδων, κατασκευής σύγχρονων, παιδαγωγικά κατάλληλων και ασφαλών σχολικών κτηρίων με αποφυγή των ιδιωτικών διαμεσολαβήσεων. Επιτακτική είναι η άμεση και διαφανής κατανομή καθώς και η απόδοση της χρηματοδότησης σε κάθε σχολική μονάδα. Επισημαίνεται η ανάγκη κρατικής χορήγησης όλων των παγίων δαπανών (ενέργεια, θέρμανση, επικοινωνία, ύδρευση, καθαριότητα) με παράλληλη κατάργηση του ΦΠΑ για τις σχολικές μονάδες.

Πιο συγκεκριμένα, επισημάνθηκε:

Η χρηματοδότηση των σχολείων έχει μειωθεί κατά 32% την τελευταία 15ετία. Συγκεκριμένα οι δαπάνες για την παιδεία έχουν μειωθεί κατά 1,8 δις ευρώ στα τελευταία 11 χρόνια, και την ίδια στιγμή οι γονείς δίνουν από την τσέπη τους περίπου 1,2 δις ευρώ τον χρόνο στην ιδιωτική εκπαίδευση.

Η χρηματοδότηση πρέπει να γίνεται με βάση τις πραγματικές ανάγκες των Σχολείων. Οι λειτουργικές ανάγκες των σχολείων είναι πολύ περισσότερες απ’ ό,τι παλαιότερα. Το ίδιο ισχύει για τις παιδαγωγικές και εκπαιδευτικές ανάγκες.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρθηκαν: η  συντήρηση και οι μονώσεις, η πυροπροστασία, η καθαριότητα, η διαμόρφωση και η ασφάλεια των εσωτερικών και αύλειων χώρων, η ανέγερση νέων κτηρίων Δημοτικών και Νηπιαγωγείων, οι απαλλοτριώσεις οικοπέδων, η διενέργεια τεχνικών μελετών, η παροχή δεκατιανού και γεύματος σε όλα τα παιδιά,  τα οποία πρέπει να φοιτούν σε ένα σχολείο που το χαίρονται, τα εμπνέει, τα κάνει να αισθάνονται οικεία και ευχάριστα, βελτιώνοντας την εκπαιδευτική διαδικασία.

Σήμερα, το 30% των σχολικών κτηρίων είναι πάνω από 50 χρόνων.

Τα κρατικά κονδύλια για τη σχολική στέγη έχουν περικοπεί κατά 70%.

Βιβλιοθήκη έχει το 12% των Δημοτικών και πολύ μικρότερο ποσοστό στα Νηπιαγωγεία.

            Αίθουσα πολλαπλών χρήσεων έχει το 27% των σχολείων.

Αίθουσες φυσικών επιστημών έχει το 5% των Δημοτικών, ενώ γυμναστήρια έχει περίπου το 6%.

Οι μισοί περίπου μαθητές/τριες φοιτούν σε τμήματα πάνω άνω των 21 μαθητών/τριών.

Το 32% των εκπαιδευτικών μετακινείται από 2 έως σε 5 σχολεία.

Οι όροι υγιεινής και ασφάλειας στο σχολείο για τους μαθητές και για τους εκπαιδευτικούς δεν εξασφαλίζεται και δεν εξασφαλίζεται για πάνω από το 85% των σχολικών κτηρίων.

Υπάρχει ανάγκη άμεσου προγράμματος σχολικής στέγης και ανέγερσης νέων κτιρίων.

Η χρόνια υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης οδηγεί σε δυσχερή κατάσταση το δημόσιο σχολείο με σοβαρές συνέπειες στη μόρφωση των παιδιών. Η υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης είναι στοχευμένη πολιτική πρακτική.  Η υποχρηματοδότηση των σχολείων θα οδηγήσει στην ολοένα και περισσότερο εξάρτηση από εξωσχολικούς παράγοντες, όπως είναι οι ιδιωτικοί πόροι, οι χορηγοί. Η εξάρτηση αυτή θα οδηγήσει σε εμπορευματοποίηση, κατηγοριοποίηση και λειτουργία των σχολείων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, καταλύοντας το δημόσιο χαρακτήρα τους. Πόσο μάλλον όταν προωθείται η σύνδεση της χρηματοδότησης των σχολείων με την αξιολόγησή τους.

Οι εκπαιδευτικοί καταβάλλουν τεράστιες προσπάθειες για να καλύψουν τις αυξημένες λειτουργικές ανάγκες μέσα σε ένα τοπίο ελλείψεων σε αναγκαίο παιδαγωγικό υλικό, παρωχημένου ηλεκτρονικού εξοπλισμού, αυξημένων αναγκών, ελλιπούς συντήρησης και σε πολλές περιπτώσεις ακατάλληλων ή απαρχαιωμένων υποδομών. Οι εκπαιδευτικοί σε πολλές περιπτώσεις διδάσκουν με δικά τους μέσα διδασκαλίας. Χαρακτηριστικό είναι το δεδομένο που εξήχθη από την έρευνα για την Ειδική Αγωγή ότι πάνω από το 91% των εκπαιδευτικών χρησιμοποιεί προσωπικό εξοπλισμό και μέσα στη διδασκαλία του.

Τέλος τονίστηκε η ανάγκη συνεργασίας των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και των συλλόγων γονέων με τους εκπαιδευτικούς της πράξης και τους Συλλόγους Διδασκόντων, σε σταθερή και συστηματική βάση στην κατεύθυνση επίλυσης των κοινών προβλημάτων και υπεράσπισης του δημόσιου σχολείου, θέτοντας σε προτεραιότητα τις   μορφωτικές ανάγκες των παιδιών, με την κοινή βεβαιότητα ότι χωρίς δημόσιο σχολείο η κοινωνία δεν μπορεί να γίνει καλύτερη.

Θετικά σημεία

1. Η συνεχής προσπάθεια των εκπαιδευτικών να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του ρόλου τους και στα καθήκοντά τους παρά τα εμπόδια που θέτουν οι  εκπαιδευτικές πολιτικές του ΥΠΑΙΘ.

2. Το βαθύ αίσθημα παιδαγωγικής ευθύνης των εκπαιδευτικών που τους παρωθεί, παρά τις εμφανείς ανεπάρκειες των σχολικών δομών, να μην εγκαταλείπουν την προσπάθεια να διαχειριστούν τις κρίσεις που αναφύονται στο εσωτερικό του σχολείου.

3. Ο διαρκής αγώνας των εκπαιδευτικών να εξασφαλίσουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις επιβίωσης των σχολείων παρά τη χρόνια υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων.

4. Ο μεγάλος βαθμός συναντίληψης των εκπαιδευτικών για τα ζητήματα των σχολικών χώρων και υποδομών, για τα ζητήματα της χρηματοδότησης των σχολείων.

Σημεία προς βελτίωση

1. Η αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης των σχολικών μονάδων και η αποφυγή των ιδιωτικών  διαμεσολαβήσεων.

2. Η άμεση και διαφανής κατανομή και απόδοση της χρηματοδότησης σε κάθε σχολική μονάδα.

3. Η σταθερή ενημέρωση των σχολείων για την κατανομή της χρηματοδότησης και τον απολογισμό κάθε έτους.

4. Η κρατική χορήγηση όλων των παγίων δαπανών σε όλα τα σχολεία.

5. Η εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων για τις λειτουργικές ανάγκες των σχολείων.

6. Ο διορισμός σταθερού και μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού ώστε να μην μεταβάλλεται κάθε χρόνο η σύνθεση του συλλόγου διδασκόντων.

7. Η δημιουργία σταθερών δομών υποστήριξης που γεφυρώνουν την απόσταση ανάμεσα στο σχολείο και τις οικογένειες των μαθητών/τριών και διευκολύνουν τη διαχείριση των κρίσεων που εκδηλώνονται στο εσωτερικό της σχολικής μονάδας.

8. Η έγκαιρη και πλήρης κάλυψη των κενών σε εκπαιδευτικό προσωπικό, ώστε να μην υπολειτουργούν οι εκπαιδευτικές δομές.

9. Να σταματήσει η εμπλοκή εξωτερικών παραγόντων στην εσωτερική ζωή των σχολείων, να περιορίζεται αποκλειστικά στη θεσμική τους παρέμβαση και όχι σε κάθε άξονα λειτουργίας της σχολικής μονάδας ώστε να μην την ετεροκαθορίζουν.

10. Να σταματήσει ο διαχωρισμός των σχολείων στη βάση ποσοτικών διακρίσεων που οδηγούν στην κατηγοριοποίησή τους και τη δημιουργία επιλέξιμων/ανταγωνιστικών προφίλ για κάθε σχολική μονάδα.

11. Η δημιουργία οργανικών θέσεων για όλες τις υπάρχουσες ειδικότητες εκπαιδευτικών, ώστε να μειωθεί η περιπλάνησή τους από σχολείο σε σχολείο.

12. Η πρόσληψη διοικητικού προσωπικού για τη γραμματειακή υποστήριξη των σχολικών μονάδων.

13. Οργανικές θέσεις για το ολοήμερο.

14. Η απαλλαγή των εκπαιδευτικών από εξωδιδακτικά καθήκοντα που δυσχεραίνουν το έργο τους και μειώνουν τον διαθέσιμο χρόνο που αφιερώνουν στις μαθησιακές ανάγκες των μαθητών τους.

15. Η αύξηση των  μισθολογικών απολαβών των εκπαιδευτικών.

Πρέπει να βελτιωθούν όλοι οι δείκτες στα παρακάτω δεδομένα:

Στο 78% των σχολείων δεν υπάρχουν Τάξεις Υποδοχής.

Στο 32% των σχολείων δεν υπάρχουν τμήματα Ενισχυτικής Διδασκαλίας. Το 45% αυτών λειτούργησαν μετά τον Νοέμβριο. Αλλά και σε αυτά που λειτουργούν τμήματα ΕΔ, το 78 % των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι δεν επαρκούν για τις ανάγκες των μαθητών.

Στο 59% των σχολείων δεν υπάρχουν Τμήματα Ένταξης. Αλλά και σε αυτά που λειτουργούν Τμήματα Ένταξης, το 50% των εκπαιδευτικών δηλώνει ότι χρειάζονται επιπλέον οργανικές θέσεις για να καλυφθούν οι ανάγκες των μαθητών. Επιπλέον, στα υπάρχοντα ΤΕ το 14% των οργανικών θέσεων δεν έχει καλυφθεί κατά το τρέχον σχολικό έτος.

Απαιτείται λοιπόν, η δημιουργία και στελέχωση οργανικών θέσεων για τα τμήματα αυτά. Έτσι, οι εκπαιδευτικοί που θα στελεχώσουν τις σχετικές θέσεις θα αποτελέσουν ένα σταθερό σημείο αναφοράς για τα παιδιά αυτά, θα εμβαθύνουν στα σχετικά προβλήματα και θα συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη κατάλληλων παιδαγωγικών στρατηγικών αντιμετώπισής τους. Ακόμη, στο επίπεδο των κοινωνικών πολιτικών θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια ώστε οι μαθητές των ευπαθών ομάδων να υποστηρίζονται συστηματικά με εστίαση στις ανάγκες τους και όχι ευκαιριακά μέσω χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης.

Στο 55% των σχολείων υπήρχαν κενά κατά την έναρξη της σχολικής χρονιάς (τουλάχιστον δύο κενά ανά σχολείο). Στο 64% των σχολείων προέκυψαν έκτακτα κενά (μεγαλύτερα των δύο εβδομάδων), κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς. Το 45% των κενών αυτών καλύφθηκαν είτε αργοπορημένα είτε ποτέ. Το γεγονός αυτό μεγέθυνε το φαινόμενο της απλήρωτης διδακτικής εργασίας.

Επαγγελματική ανάπτυξη εκπαιδευτικών

Β.3.1 Συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε επιμορφωτικές δράσεις (Βαθμός: 4)

Στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 5 Μαΐου 2023 https://youtube.com/live/kbWQyS4Refc  παρουσιάστηκαν τα ευρήματα της έρευνας όπου καταγράφονται οι απόψεις των εκπαιδευτικών για την επιμόρφωση, βάσει του ερωτηματολογίου https://docs.google.com/forms/d/e/1FAIpQLSdh4X4vzRLp5fqZQh5OPZCZR-tbKSP2O4vhH0EQHndcuvQHnQ/viewform?usp=sf_link που καταρτίστηκε και των απαντήσεων που απέστειλαν με μαζική συμμετοχή, οι εκπαιδευτικοί. Στην εκδήλωση, (ηλεκτρονική έκδοση http://doe.gr/wp-content/uploads/2023/06/DOE-5_5.pdf) επισημάνθηκαν και διατυπώθηκαν σημαντικές απόψεις:

Το 90% των εκπαιδευτικών της έρευνας έχουν παρακολουθήσει περισσότερες επιμορφώσεις απ’ αυτές που θεωρούνται υποχρεωτικές,  γεγονός που καταδεικνύει ότι επιδιώκουν να αποκτήσουν γνώσεις και πέραν αυτών που η Υπηρεσία θεωρεί αναγκαίες να κατέχουν. Σε ποσοστό 75% οι εκπαιδευτικοί επιθυμούν να επιμορφωθούν με βάση τα ενδιαφέροντά τους και σε ό,τι κρίνουν οι ίδιοι σημαντικό για την εργασία τους. Δεν συμφωνούν να αποφασίζουν άλλοι για την επιμόρφωσή τους. Διεκδικούν το δικαίωμά τους να γνωρίζουν καλύτερα τι θα μπορούσε να βοηθήσει αποτελεσματικότερα το παιδαγωγικό τους έργο.

Τονίζεται το γεγονός ότι η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε επιμορφωτικές δράσεις παράλληλα με την άσκηση των διδακτικών και επαγγελματικών τους καθηκόντων, οδηγεί σε επαγγελματική εξουθένωση, ενώ αποκλείει από την επιμόρφωση μεγάλη πλειονότητα των συναδέλφων με οικογενειακές υποχρεώσεις και όσους δεν έχουν την δυνατότητα να πληρώνουν δίδακτρα, από τον ισχνότατο μισθό τους.

Το 64% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι το ΥΠΑΙΘ δεν υποστηρίζει μια ουσιαστική επιμορφωτική διαδικασία.  Θεωρούν ότι τα τελευταία χρόνια η επιμορφωτική διαδικασία μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε οικονομικό προϊόν με ανταλλακτική αξία, ολοένα και περισσότερο σε ατομικό προσόν με ανταγωνιστική διάσταση. Εκτιμούν, ότι η προσφερόμενη επιμόρφωση είναι η εκμάθηση λειτουργικών δεξιοτήτων.

Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι μια ουσιαστική επιμορφωτική διαδικασία έχει τρεις διαστάσεις: τη μορφωτική, την κοινωνική και την αξιακή. Δεν αντιμετωπίζουν τον εαυτό τους αποκλειστικά ως έναν επαγγελματία της εκπαίδευσης, που η εργασία τους περιορίζεται απλά στη μεταφορά και μετάδοση γνώσεων. Αποδίδουν στο επάγγελμά τους ευρύτερες διαστάσεις και αντιμετωπίζουν τον εαυτό τους περισσότερο ως παιδαγωγό.

Η επιμόρφωση θα πρέπει να αφορά στις σύγχρονες επιστημονικές εξελίξεις της παιδαγωγικής και να έχει θετική συμβολή στην καθημερινή παιδαγωγική πράξη. 

Το 91% των εκπαιδευτικών θεωρεί ότι η επιμόρφωση για να είναι ουσιαστική πρέπει να συνοδεύεται με απαλλαγή από τα διδακτικά καθήκοντα και ταυτόχρονα ότι πρέπει να είναι απολύτως δωρεάν (85%), να είναι κυκλικά επαναλαμβανόμενη για όλους/ες τους/τις εκπαιδευτικούς (95%), να γίνεται η επιλογή των θεματικών της επιμόρφωσης από τους/τις εκπαιδευτικούς (76%), να είναι τουλάχιστον ετήσια (53%) και ο φορέας της επιμόρφωσης να είναι τα Παιδαγωγικά Τμήματα (72%). Αυτή η πρόταση συμβάλλει στη βελτίωση του εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς επιτρέπει στους εκπαιδευτικούς να γνωρίσουν και να εμβαθύνουν τις νέες επιστημονικές θεωρίες και εξελίξεις. Δίνουν την ευκαιρία σε διαφορετικές γενιές εκπαιδευτικών να αλληλεπιδράσουν εντός ενός πλαισίου που ευνοεί την ανταλλαγή απόψεων, γνώσεων και εμπειρίας.

Μια ουσιαστική  επιμορφωτική διαδικασία πρέπει να συνδέεται τόσο με την αναζωογόνηση της εκπαιδευτικής λειτουργίας, όσο και με τη στήριξη των ίδιων των εκπαιδευτικών, ως ενεργών υποκειμένων, ιδιαίτερα σήμερα που οι εκπαιδευτικοί βιώνουν μια πραγματικότητα έντονης απαξίωσης του ρόλου και της διανοητικής εργασίας τους, σημαντική οικονομική υποβάθμιση, υπό το καθεστώς μιας ποσοτικής και ανταγωνιστικής αντίληψης διαρκούς μετρησιμότητας, από την πλευρά του υπουργείου.

Σε ποσοστό 87% οι εκπαιδευτικοί ζητούν την επαναλειτουργία της Μετεκπαίδευσης. Τα Διδασκαλεία έδιναν στους εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα επαγγελματικού και επιστημονικού αναστοχασμού και την εμπειρία της αλληλεπίδρασης μεταξύ των συναδέλφων. Τους επέτρεπαν να συνδεθούν ξανά με τις επιστημονικές πρακτικές και αναζητήσεις των σύγχρονων παιδαγωγικών λόγων. Η απαλλαγή από τις διδακτικές υποχρεώσεις και η εμπλοκή στην επιστημονική θεώρηση αποτελούσε μια ευκαιρία να επανεξετάσουν την εκπαιδευτική τους πρακτική, να την εμπλουτίσουν, να την τροποποιήσουν ή να την αναθεωρήσουν με νέες μεθόδους, στρατηγικές, προγράμματα, υλικά και τεχνολογία.

Να μην υπάρχει καμία σύνδεση της επιμόρφωσης με την αξιολόγηση γιατί έτσι μετατρέπεται από επιμόρφωση σε τιμωρητική διαδικασία συμμόρφωσης στις εκάστοτε κυρίαρχες εκπαιδευτικές πολιτικές και αντιλήψεις.

Οι εκπαιδευτικοί  σκιαγραφούν μία επιμόρφωση στον αντίποδα της ανταγωνιστικότητας και της εμπορευματοποίησης, ισότιμη και δωρεάν για όλους, μία επιμόρφωση που θα συμβάλλει στη γενίκευση της μάθησης και στη δημιουργία κοινοτήτων μάθησης εντός των εκπαιδευτικών.

Η διετία της πανδημίας μεγιστοποίησε κοινωνικά, ψυχικά και μαθησιακά προβλήματα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Για τα προβλήματα αυτά δεν υπήρξαν μέτρα αντιμετώπισης και δημιουργίας αντισταθμιστικών θεσμών, από την πλευρά της Πολιτείας. Οι εκπαιδευτικοί έρχονται αντιμέτωποι με αυτή την πραγματικότητα, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το ότι το 64% των εκπαιδευτικών αναφέρεται στην ανάγκη επιμόρφωσης και αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων που εμφανίζονται, με ιδιαίτερη ένταση μέσα στις τάξεις.

Β.3.2 Συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα (Βαθμός: 4)

Οι διοικητικές, οργανωτικές και γραφειοκρατικές προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των σχολείων σε ευρωπαϊκά και εθνικά προγράμματα είναι εξαιρετικά μεγάλες και χρονοβόρες, σε βαθμό που, συχνά, λειτουργούν ανασταλτικά.

Ωστόσο, η έξοδος των μαθητών/τριών και η συνάντηση με άλλα πολιτισμικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά πλαίσια κινητοποιούν τις διεργασίες μάθησης και θα αποτελούσαν ευκαιρίες ιδιαίτερα για παιδιά που προέρχονται από κοινωνικά και οικονομικά στρώματα με δυσκολίες πρόσβασης σε ταξίδια κλπ. αν ήταν δωρεάν. Επίσης είναι πολύ χρήσιμο οι εκπαιδευτικοί να συνομιλούμε με άλλους εκπαιδευτικούς και να ανταλλάσσουμε ιδέες. Τα σχολεία θα πρέπει να αποκτήσουν την κατάλληλη υποδομή (π.χ. γραμματειακή στήριξη, τεχνικές υποδομές κλπ.) για να στηρίξουν τέτοιες πρωτοβουλίες και να πάψουν να είναι νοησιαρχικά, γνωσιοκεντρικά και εξετασιοκεντρικά.

Με δεδομένη την τεράστια πίεση που ασκεί η «διδακτέα ύλη» η ανταγωνιστικότητα των προτύπων σχολείων προς το Δημόσιο σχολείο, η άνωθεν επιβολή ανταγωνιστικότητας για κρίσιμες στιγμές της εκπαιδευτικής πορείας των μαθητών/τριών, οι εξετάσεις ελληνικής PISA,  καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολη η ανάπτυξη ουσιαστικών προγραμμάτων και παρεμβάσεων με τη συμμετοχή των μαθητών/τριών, ή ακόμη και η συμμετοχή στα επίσημα προγράμματα.

Η ενίσχυση της συμμετοχής των εκπαιδευτικών σε δράσεις κοινωνικού ενδιαφέροντος απαιτεί την αποκατάσταση ενός σταθερού πλαισίου εργασίας και ασφαλούς κλίματος εμπιστοσύνης στο σχολείο και τον τερματισμό μιας περιόδου συνεχών επιχειρήσεων κατηγοριοποίησης και εμπορευματοποίησής του.

Σε κάθε περίπτωση η αίσθηση της κοινωνικής και μορφωτικής ευθύνης που φέρουν οι εκπαιδευτικοί, τους στηρίζει στην ανάληψη διδακτικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση ζητημάτων όπως η περιβαλλοντική κρίση, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο φασισμός και η καλλιέργεια πνεύματος αλληλεγγύης και σεβασμού όλων των ανθρώπων και ιδιαίτερα των πιο αδύναμων.

Θετικά σημεία

1. Το υψηλό επίπεδο συναντίληψης που παρατηρείται στο εκπαιδευτικό σώμα, όπως καταγράφεται από τις διενεργηθείσες έρευνες.

2. Ο συνεχής διάλογος μεταξύ των εκπαιδευτικών της πράξης για θέματα παιδαγωγικών και διδακτικών πρακτικών.

3. Η ανταλλαγή εκπαιδευτικού υλικού από τους εκπαιδευτικούς της πράξης στους Συλλόγους Διδασκόντων και μέσα από εκπαιδευτικές ιστοσελίδες και περιοδικά που προωθούν το συλλογικό πνεύμα, ενάντια στον ανταγωνισμό.

4. Η υψηλή ευαισθητοποίηση των εκπαιδευτικών για ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα όπως η περιβαλλοντική και κλιματική κρίση, η καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων, η φτώχεια, οι κοινωνικές και εκπαιδευτικές ανισότητες, ο υποσιτισμός, η παιδική εργασία, η παιδική εκμετάλλευση, η διαμόρφωση του κοινωνικού φύλου και τα στερεότυπα που τη συνοδεύουν, η καλλιέργεια πνεύματος αλληλεγγύης, συμπερίληψης και σεβασμού όλων των ανθρώπων και ιδιαίτερα των διαφορετικών και των πιο αδύναμων.

5. Οι πολλές, σημαντικές και καθημερινές διδακτικές παρεμβάσεις και προγράμματα για ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα. Ο διαρκής διάλογος με τους/τις μαθητές/τριες για όλα τα ζητήματα που τους απασχολούν και όχι μόνο για την «κάλυψη της ύλης»

6. Η αξιοποίηση σύγχρονων οπτικοακουστικών μέσων και σύγχρονων κινηματογραφικών ταινιών, ως φιλμικά κείμενα, για την ανάπτυξη της κρίσης και των απόψεων των μαθητών/τριών, μέσα από δημοκρατικό διάλογο.

Σημεία προς βελτίωση

1. Επαναφορά της απαλλαγής από τα διδακτικά καθήκοντα κατά την περίοδο της επιμόρφωσης, κατά τον τρόπο των διδασκαλείων που δυστυχώς καταργήθηκαν.

2. Απαλλαγή  των επιμορφωτικών και μεταπτυχιακών σπουδών από την εμπορευματοποίησή και κατάργηση της «αγοράς» μορίων για τον διορισμό και τη συμμετοχή στην επιλογή στελεχών.

3. Εξασφάλιση όλων των προϋποθέσεων (διοικητικών, τεχνικών, οικονομικών κλπ.) για την ανταλλαγή δωρεάν επισκέψεων με άλλα σχολεία της χώρας ή στο εξωτερικό. Προτεραιότητα σε εκείνα τα σχολεία οι μαθητές των οποίων έχουν λιγότερες δυνατότητες για πραγματοποίηση εκδρομών, ταξιδιών κλπ.

4. Μέριμνα της Πολιτείας για δωρεάν πρόσβαση μαθητών και εκπαιδευτικών σε πολιτιστικές εκδηλώσεις, Μουσεία, θέατρα, σημαντικές εκθέσεις. Δημόσια προγράμματα στα Σχολεία από τα Δημόσια Μουσεία.

Γ. ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ ΒΕΛΤΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Βαθμός επίτευξης των στόχων που είχαν τεθεί́1 Ελάχιστα2 Μερικώς3 Σε μεγάλο βαθμό́4 Πλήρως
Σημαντικότερα αποτελέσματα των ΔράσεωνΗ ποιότητα των εκδηλώσεων, η επιστημονική πληρότητα των εισηγητών και ο πλούτος του προβληματισμού που αναπτύχθηκε  ανέδειξε σημαντικές πλευρές της ανεπάρκειας των εφαρμοζόμενων εκπαιδευτικών πολιτικών. Η διάθεση των συναδέλφων εκπαιδευτικών να συναντηθούν με τον ακαδημαϊκό λόγο βοήθησε σημαντικά στη διάχυση αυτού του προβληματισμού και των βασικών συμπερασμάτων του. Οι εκπαιδευτικοί έχουν απόλυτη συνείδηση ότι η επίτευξη των στόχων που τέθηκαν εξαρτώνται από την ακολουθούμενη εκπαιδευτική πολιτική. Από το σύνολο των δράσεων ως σημαντικότερα αποτελέσματα σημειώνουμε: α) Την  επισήμανση και ανάδειξη των κοινωνικών παραμέτρων που  επικαθορίζουν τις εκπαιδευτικές λειτουργίες και διαδικασίες και που τις περισσότερες φορές αγνοούνται κατά τον σχεδιασμό και την παραγωγή των εκπαιδευτικών πολιτικών. β) Την αποτύπωση του ενδιαφέροντος των εκπαιδευτικών για όλα τα ζητήματα που αφορούν στην εκπαιδευτική και παιδαγωγική λειτουργία. Το ενδιαφέρον αυτό αποτυπώθηκε με τη μαζική συμμετοχή των εκπαιδευτικών: i) στις διαδικτυακές εκδηλώσεις, με τα ερωτήματα που τέθηκαν, ii) στην ερευνητική αποτύπωση και καταγραφή μέσω των ερωτηματολογίων και με τη συμμετοχή εκπαιδευτικών στη διαμόρφωσή τους. Η ογκώδης αυτή κοινωνική απεύθυνση των εκπαιδευτικών προσκρούει στις εφαρμοζόμενες εκπαιδευτικές πολιτικές που δεν απαντούν αποτελεσματικά στα ποικίλα εκπαιδευτικά προβλήματα, αγνοούν τον κόπο και την αγωνία των μελών της εκπαιδευτικής κοινότητας, ενώ το ΥΠΑΙΘ ανοίγει διαρκώς νέα μέτωπα, δημιουργώντας νέες υποχρεώσεις εκτός εκπαιδευτικών αρμοδιοτήτων. γ) Την ανάδειξη των αναγκαίων υλικών προϋποθέσεων και υποδομών για την βελτίωση του σχολείου, που προσκρούουν στην υποχρηματοδότηση των σχολικών μονάδων, στις ελλείψεις σε εκπαιδευτικό, επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό, στην απουσία μόνιμου και σταθερού εκπαιδευτικού προσωπικού, ώστε τα σχολεία να μπορούν να σχεδιάζουν σε βάθος χρόνου. δ) Την αποτύπωση και καταγραφή  των ελλείψεων σε βασικές δομές αντισταθμιστικής εκπαίδευσης (Τμήματα Ένταξης  – Τμήματα Ενισχυτικής Διδασκαλίας και ΖΕΠ). ε) Την καταγραφή, αποτύπωση και επεξεργασία της κριτικής και των απόψεων των εκπαιδευτικών σε κομβικά ζητήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας (αναλυτικά προγράμματα και σχολικά εγχειρίδια, Πρόγραμμα Νηπιαγωγείου, Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, επιμόρφωση, σχέσεις μέσα στο σχολείο, συνεργατικές πρακτικές,  έκταση και δυσκολία της διδασκόμενης ύλης και οι δυσχέρειες που επιφέρει, ειδικά σε ευάλωτες κοινωνικές ομάδες). στ) Η ανάδειξη της σημασίας των σχολικών χώρων και των κτιριακών υποδομών για την ασφάλεια και την ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας. ζ) η ανάδειξη της αναγκαιότητας να είναι οι εκπαιδευτικοί ενεργοί συνδιαμορφωτές των θεματικών, των διαδικασιών και του περιεχομένου μιας ουσιαστικής επιμορφωτικής διαδικασίας και όχι άβουλοι δέκτες άνωθεν επιλογών. η) Η συλλογή, καταγραφή και ηλεκτρονική έκδοση τοποθετήσεων, άρθρων και απόψεων της πανεπιστημιακής κοινότητας, που βοηθάει στην ανάπτυξη πλούσιου προβληματισμού και διαλόγου σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα και τη διάχυση των ζητημάτων που αναδείχθηκαν στη δημόσια σφαίρα και το δημόσιο λόγο.
Δυσκολίες που παρουσιάστηκανΟι βασικοί παράγοντες δυσκολίας παραμένουν: α) Η απουσία διαλόγου του Υπουργείου Παιδείας με  τον συλλογικό φορέα των εκπαιδευτικών. Το γεγονός ότι οι απόψεις και τα αιτήματα του εκπαιδευτικού κλάδου δεν συζητούνται με επιλογή του Υπουργείου Παιδείας. β) Με ευθύνη της Πολιτείας και του Υπουργείου Παιδείας δεν αντιμετωπίστηκαν οι σύνθετες κοινωνικές, οικονομικές, ψυχικές και εκπαιδευτικές επιπτώσεις της πανδημίας, στο σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας. γ) Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τις συνθήκες έντονης διοικητικής πίεσης υποβαθμίζουν τις δημοκρατικές λειτουργίες και απαξιώνουν τον ρόλο των εκπαιδευτικών..
Ανάδειξη Πρακτικών και προτάσεις για αξιοποίησή τους Επιλέγετε μόνο τους άξονες που έχουν δηλωθεί από τη σχολική μονάδα (βγαίνουν αυτόματα)ΑΞΟΝΑΣ /ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣurl (σύνδεσμος
Εμπλουτίζουμε και διαχέουμε την κριτική των εκπαιδευτικών της πράξης για τα σχολικά εγχειρίδια και τα αναλυτικά προγράμματα που χρησιμοποιούνται σήμερα στα σχολεία.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Αναζητούμε/Διερευνούμε/ μια διαφορετική σύλληψη για το αναλυτικό πρόγραμμα το οποίο δεν θα μετατρέπει τη σχολική τάξη σε ένα διαρκή προκριματικό αγώνα για την επόμενη βαθμίδα και ταυτόχρονα μια σειρά αλλαγών στον ίδιο τον θεσμό του σχολείου ώστε να μπορεί να δεξιωθεί και να υπηρετήσει μαθητικούς πληθυσμούς με τελείως διαφορετικές αφετηρίες αλλά και οικογενειακή δυναμική και υποστήριξη.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Καταγραφή, επεξεργασία και μελέτη των απόψεων των εκπαιδευτικών για τις συνεργατικές μορφές διδασκαλίας και μάθησης. Αντιμετώπιση των διαφορών μέσα από δημοκρατικό διάλογο, ώστε να καλλιεργηθεί η ανάπτυξη συλλογικού πνεύματος και αλληλεγγύης μεταξύ των μαθητών/τριών.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Η ανάγκη μετάβασης από την αντίληψη ενός ανταγωνιστικού σχολείου με ιεραρχικό πλαίσιο, το οποίο εστιάζει σε ποσοτικούς δείκτες και λειτουργικές επιδόσεις, προς ένα σχολείο συνεργατικής δημοκρατικής αντίληψης, συλλογικού παιδαγωγικού πλαισίου και ολόπλευρης γνώσης για όλους τους μαθητές. Επεξεργασία ερευνητικών δεδομένων.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Καταγραφή και διερεύνηση της σημασίας των σχολικών χώρων και των κτηριακών υποδομών που συντελούν και αρμόζουν στην ολόπλευρη ανάπτυξη των παιδιών σχολικής ηλικίας.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Διαμόρφωση δημοκρατικού και συλλογικού πλαισίου στις διαδικασίες απόδοσης και κατανομής της χρηματοδότησης. Καταγραφή και δημοσιοποίηση των πρακτικών που ακολουθούνται από τους Δήμους και τις Σχολικές Επιτροπές, για τη χρηματοδότηση των Σχολικών Μονάδων. Συζητούμε για τις αιτίες και τις συνέπειες αυτών των πρακτικών.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Επικέντρωση και ανάδειξη των επιμορφωτικών αναγκών, όπως ορίζονται από τους/τις εκπαιδευτικούς της πράξης, με την εξασφάλιση των ποσοτικών και ποιοτικών προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για την ικανοποίησή αυτών των επιμορφωτικών αναγκών. Επιμόρφωση των εκπαιδευτικών με δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα και με γνώμονα τις επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών της πράξης. Επεξεργασία ερευνητικών δεδομένων.http://doe.gr/%CF%83%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AE-%CE%BA%CE%B5%CE%B9%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD-%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CF%89%CE%BD-2023/
Προτάσεις για αναγκαίες επιμορφώσειςΑΞΟΝΑΣurl (σύνδεσμος
Διδασκαλία, μάθηση, αξιολόγησηhttps://youtube.com/live/E5ywh67SfXM?feature=share
Σχολική διαρροή, φοίτησηhttps://youtube.com/live/dvO5ooXzqA0
Σχέση μεταξύ μαθητών/τριώνhttps://youtube.com/live/wkLq4N71ogI?feature=share
Σχέση μεταξύ μαθητών/τριών εκπαιδευτικώνhttps://youtube.com/live/FjiPIQnsQF8?feature=share
Ηγεσία, οργάνωση και διοίκηση της σχολικής μονάδαςhttps://youtube.com/live/8PDIdqxMlZ8?feature=share
Σχολείο και Κοινότηταhttps://youtube.com/live/1fC-ymxW-zs
Συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε επιμορφωτικές δράσειςhttps://youtube.com/live/kbWQyS4Refc